Τι θυμάσαι εσύ από το Ολοκαύτωμα;
Σε αυτό εδώ τον ιστότοπο έχω γράψει συχνά κείμενα για το Ολοκαύτωμα και την δύσκολη κληρονομιά που άφησε στην Θεσσαλονίκη – σε Εβραίους και Χριστιανούς. Εχω γράψει τι εγώ θυμάμαι. Ομως πάντοτε μου έκανε εντύπωση η απουσία κειμένων για το πώς οι Χριστιανοί συμπολίτες μου έζησαν το Ολοκαύτωμα. Υπάρχουν πολλά κείμενα που εκφράζουν την λύπη τους για τον χαμό, αλλά κείμενα που αναφέρουν το πώς το έζησαν μετά την δολοφονία των Εβραίων απουσιάζουν. Εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα είναι μερικά, (όχι όλα), κείμενα του Γιώργου Ιωάννου. Εκεί ο συγγραφέας, άλλες φορές με συγκίνηση, άλλες φορές αποστασιοποιημένα, διηγείται το πως αυτός έζησε το Ολοκαύτωμα. Το πλεον συγκινητικό διήγημα είναι “Το Κρεββάτι” στο οποίο αφηγείται το πώς είχαν πάρει ένα κρεββάτι από ένα λεηλατημένο εβραϊκό σπίτι και το οποίο ανήκε στον φίλο του Ιζο και οτι αισθάνονταν οτι όταν τσιμπούσαν οι κοριοί στο κρεβάτι, έπαιρνε λίγο από το αίμα του Ίζο.
Η αναζήτηση αυτή δεν ψάχνει συγκινητικά κείμενα, άλλωστε πολλοί αναμφίβολα με ειλικρίνεια έχουν εκφράσει την συντριβή τους για τον χαμό. Αυτό που απουσιάζει είναι το πώς οι 30 εναπομείναντες Χριστιανοί σε μια τυχαία γειτονιά, αντιμετώπισαν την απώλεια των 10 Εβραίων γειτόνων τους. Πώς διαχειρίστηκαν την απώλεια των όποιων σχέσεων – φιλικών ή επαγγελματικών – μαζί τους. Πως διαχειρίστηκαν μια απτή απουσία, μέσω των κενών σπιτιών – συναγωγών – τάφων – σχολείων – αντικειμένων που άφησαν πίσω τους.
Πριν λίγο καιρό διάβασα ένα κείμενο στο οποίο η ηθοποιός Σοφία Φιλιππίδου διηγείται τα παιδικά της χρόνια:
Εγώ γεννήθηκα σε ένα σπίτι εβραίικο, με την έννοια ότι όταν διώχθηκαν οι Εβραίοι τα σπίτια τους τα πήρε το κράτος και τα νοίκιαζε σε φτωχούς με μικρό αντίτιμο. Γύρω μας τα πάντα ήταν εβραίικα. Δηλαδή, δεν ξέρω σε ποιο σχολείο πήγαινα γιατί το λέγαμε εβραίικο. Τα Εβραιόπουλα είχαν φύγει. Αλλά εγώ ζούσα με την ανάμνηση των Εβραίων που διώξανε και αφήσαν πίσω τους χώμα, σκουριά κι εγκατάλειψη. Το σπίτι μου, η γειτονιά μου ήταν ένα τοπίο εγκαταλειμένο. Δηλαδή, όλα όσα κάποτε ήταν ωραία με τον καιρό ρημάξανε κι εμείς τα βρήκαμε ρημαγμένα και ποτέ δεν είχαμε λεφτά να τα φτιάξουμε. Ηταν σα να πήγαμε σε μια εμπόλεμη περιοχή και μας είπανε «μπείτε εδώ μέσα», όπως βάζουν τους πρόσφυγες. Ερήμωση. Χωρίς δρόμους, χωρίς νερό στο σπίτι. Πολύ προλεταριακή κατάσταση.
Το κείμενο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της υποκειμενικότητας που εμφανίζεται ως καθολική αλήθεια. Οι Εβραίοι είχαν αποδεκατιστεί, αλλά συνέχιζαν να υπάρχουν. Το ξέρω γιατί 500 μέτρα μακρυά από το σπίτι της κ. Φιλιππίδου “στην Δ’ Πάροδο Ταντάλου” είχε γεννηθεί τον ίδιο καιρό ο πατέρας μου ως πρόσφυγας στο πάτωμα του Azilo di Locos/Ασύλου Φρενοβλαβών Λιέτο Νοάχ από τους γονείς του που και οι δυο είχαν γυρίσει από το Αουσβιτς. Λέω ως πρόσφυγας γιατί το Ασυλο – όπως και το σπίτι της κ.Φιλιππίδου – δεν είχε ρημάξει “με τον καιρό” αλλά από ανθρώπινα χέρια – μέχρι και τα κουφώματα είχαν αφαιρέσει.
Λίγο καιρό μετά είδα αυτή την φωτογραφία. Εσύ αναγνώστη μπορεί να μην το αναγνωρίζεις, αλλά εγώ αμέσως συνειδητοποίησα την ταυτότητα του. Ηταν ένα εβραϊκό παιδικό φυλακτό που στο εσωτερικό του είχε ένα χαρτί με μια προσευχή για την υγεία του βρέφους και παιδιού αργότερα. Είχε βρεθεί κάτω από μια πέτρινη πλάκα σε εβραϊκό σπίτι μαζί με 1 παιδικό δακτυλίδι, 1 ζευγάρι παιδικά σκουλαρίκια και 2 χρυσές λίρες. Η χριστιανική οικογένεια είχε διατηρήσει το αντικείμενο και το μοιράστηκε, με συγκινητική γενναιοδωρία, πρόσφατα στο Διαδίκτυο.
Εξω από κάθε εβραϊκή οικία, θεωρητικά και στην είσοδο κάθε δωματίου, υπήρχαν καρφωμένη μια μεζουζά – ένα εβραϊκό φυλακτήριο παρόμοιο με της φωτογραφίας. Χιλιάδες Χριστιανοί μπήκαν σε εβραϊκά σπίτια και εκεί βρήκαν χιλιάδες τέτοια εβραϊκά αντικείμενα. Πώς τα προσέλαβαν; Ακόμα και αν δεχθούμε οτι αυτά χρησιμοποιήθηκαν για το μέταλλο, άλλωστε ξέρουμε οτι περγαμηνές από ιερά βιβλία χρησιμοποιήθηκαν μέχρι και για σόλες παπουτσιών, σίγουρα βρήκαν εκατοντάδες χιλιάδες φωτογραφιών από 50.000 Θεσσαλονικείς. Χιλιάδες περιεργάστηκαν δεκάδες χιλιάδες αντικείμενα που έμειναν, μετά την Μεγάλη Λεηλασία – χιλιάδες έπρεπε να είχαν εμπειρίες όπως αυτές που διηγήθηκε ο Ιωάννου. Που πήγαν όλα αυτά τα εκατοντάδες χιλιάδες ευτελούς αξίας αντικείμενα;
Δεκάδες χιλιάδες Θεσσαλονικείς βαπτίστηκαν και παντρεύτηκαν σε εκκλησίες που είχαν φτιαχθεί με εβραϊκές ταφόπλακες – χιλιάδες άλλοι έπαιξαν το εβραϊκό παιχνίδι αγιούδο σε αυλές σπιτιών και πλατείων πάνω σε ταφόπλακες με εβραϊκά γράμματα που ήταν ορατά. Χιλιάδες μαθητές και φοιτητές πέρασαν χρόνια μέσα σε σχολεία με εβραϊκές επιγραφές. Το ξέρω γιατί εγώ 40 χρόνια μετά τα έβλεπα όταν έβγαινα με την αδερφή μου να παίξω. Το ξέρω γιατί ακόμα 70 χρόνια τα πεζοδρόμια της Θεσσαλονίκης είναι γεμάτα με ταφόπλακες.
Αυτή η εμπειρία διαλύει το μύθο οτι η εβραϊκή πόλη εξαφανίστηκε μαγικά με την πρώτη αποστολή τον Μάρτιο του ’43. Για χρόνια μετά την Απελευθέρωση συνέχιζαν να υπάρχουν δεκάδες συναγωγές, σχολεία, τάφοι και εκατοντάδες χιλιάδες – αν όχι εκατομμύρια – απτές εκφράσεις μιας εβραϊκής παρουσίας. Αυτά χρειάστηκε κάποιος να τα διαχειριστεί και να τα καταστρέψει. Και η καταστροφή τους αποτελεί μέρος της κληρονομιάς αυτής της κοινωνία, τέκνο μεταφορικά και κυριολεκτικά, αυτών των χεριών υπεύθυνων για αυτή την μνημοκτονία.
Αυτά τα ερωτήματα δεν τα θέτω γιατί θέλω κάποια αποζημίωση ή γιατί πιστεύω σε συλλογική ευθύνη σε ατομικό επίπεδο. Αλλά μέχρι σήμερα η απάντηση στο γιατί η μνημοκτονία; ήταν οτι πατεράδες δεν θεωρούσαν τους Εβραίους ως συμπατριώτες και άρα άξιους αλληλεγγύης, ενώ οι γιοι/κόρες σήμερα δεν έμαθαν τίποτα από τους γονείς τους. Αν όμως δεχθούμε την αδιαφορία του τότε και την άγνοια του χθες και σήμερα, τίποτα δεν δικαιολογεί την άρνηση.
Και για να το θέσω με ένα προσωπικό παράδειγμα: όταν συμμετείχα σε μια βόλτα μνήμης του Γ.Γκλαρνετατζη, διέκοψα για να αναφέρω οτι οι μεσεγγυούχοι δεν ήταν μόνο οι πλούσιοι αστοί της πόλης όπως υποννοεί και το δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών. Ηταν πλούσιοι και φτωχοί – πελοποννήσιοι επήλυδες – μπαγιάτηδες και πρόσφυγες. Σε εκείνη την στιγμή μου επιτέθηκε ο Σ, γνωστός στέλεχος αριστερών οργανώσεων της πόλης. Πώς μπορούσα να ονομάζω τους φτωχούς ανθρώπους που μπήκαν σε εβραϊκά σπίτια ως μεσεγγυούχους, δηλαδή ως δωσίλογους; Ακολούθησε μια έντονη συζήτηση όπου ο Σ. ομολόγησε οτι η δική του οικογένεια είχε μπει σε εβραϊκό σπίτι. Ο Σ. όμως – όπως και οι σύντροφοι του με τους οποίους μίλησα – δε μπορούσαν να δεχθούν το μερίδιο της ιστορικής ευθύνης που τους αναλογεί. Δε μπορούσαν να δεχθούν οτι ένα τεκτονικό ρήγμα χώριζε την Θεσσαλονίκη κατά την διάρκεια και μετά τον πόλεμο, ο διαχωρισμός Χριστιανών και Εβραίων και οτι αυτοί βρίσκονται από την άλλη πλευρά.
Αυτό που συνειδητοποιώ από τέτοια περιστατικά είναι οτι για τους Χριστιανούς της πόλης το Ολοκαύτωμα είναι ένα ιστορικό γεγονός το οποίο συνέβη σε κάποιον άλλο και κάπου αλλού και οτι η όποια αλληλεγγύη αφορά νεκρούς Εβραίους, ποτέ τους σημερινούς. Κάθε γενιά έχει το δικό της ιστορικό στοίχημα να κερδίσει: οι παλιές έχασαν το δικό τους. Η σημερινή ακόμα παλεύει να ξεφύγει από την σκιά των προγόνων της και να αναγνωρίσει τις αποτυχίες τους. H ενοχή μπορεί να μην κληρονομείται αλλά το βάρος των νεκρών γενιών βαραίνει σαν εφιάλτης το μυαλό των ζωντανών, για να παραφράσω έναν άλλο εβραίο.
Θα ήθελα να έλεγα πολλά να έλεγα για το Ολοκαύτωμα. Οτι δεν ήταν απλά μια ακόμα σφαγή σε μια μακρυά ιστορία σφαγών Εβραίων από Χριστιανούς. Οτι αποτέλεσε ένα φαινόμενο που όμοιο του δεν είχε υπάρξει, που έθετε ερωτήματα για την ίδια την υφή της ανθρώπινης φύσης. Αλλά η εμπειρία μου λέει οτι ελάχιστοι ενδιαφέρονται πέρα της εθιμοτυπικής έκφρασης λύπης, απέναντι στο απερίγραπτο έτσι όπως εκφράζουμε την λύπη μας για τους θανάτους σε μια μακρινή χώρα. Γιατί όντως το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα και οι κάτοικοι του, ξένοι στη σημερινή Θεσσαλονίκη. Και μπορεί να μην ελέγχω εγώ τα ψέματα που η πόλη διηγείται στον εαυτό της, αλλά δεν θα σταματήσω να Θυμάμαι.
——
2013 Θυμάμαι τι σημαίνει για μένα αυτή η λέξη
2014 Νοεμή Βαένα (το γένος Καλαμάρο), η γιαγιά μου