Μια βραδιά στου ΓΑΠ
Τελικά η περιέργεια αποδείχθηκε ισχυρότερη της ντροπής που ένιωθα πηγαίνοντας στη συγκέντρωση του Γιώργου Παπανδρέου στο συνεδριακό κέντρο Ιωάννης Βελλίδης, σήμερα Τετάρτη, 14 του μηνός. Ντροπή και φόβος συνάμα ότι θα με έπιανε κάνα πλάνο καμιάς κάμερας και θα γινόμουν ρόμπα δίνοντας μια επαρκή αφορμή στους φίλους μου για να με αποκαλούν πασόκο.
Αλλά μισό λεπτό, εδώ δεν μιλάμε πια για το ΠΑΣΟΚ. Εδώ μιλάμε – υποτίθεται – για κάτι καινούργιο, ένα νέο Κινημα, το ΚΟΔΗΣΟ, συγγνώμη ΚΙΔΗΣΟ ήθελα να πω.
Μου είναι πολύ δύσκολο να γράφω για τον Γιώργο Παπανδρέου και να μη γράφω τη λέξη ΠΑΣΟΚ. Αλλά πάνε αυτά. Νέες εποχές.
Πάνε πια τα παλιά, αυτά στα οποία ήταν συνηθισμένη η οικογένεια Παπανδρέου, από τον Γεώργιο Παπανδρέου (τον αποκαλούμενο και Γέρο της Δημοκρατίας ή Παπατζή, αναλόγως της πολιτικής θέσης του καθένα) μέχρι τον Ανδρέα, που ήταν συνηθισμένοι σε μεγαλειώδεις υποδοχές στο αεροδρόμιο, σε άλογα και κόκκινα χαλιά, και σε συγκεντρώσεις-λαοθάλασσες.
Τώρα, ένα ταπεινό Βελλίδειο ίσα που κατάφερε να το γεμίσει. Πόσο χωράει; 500; 600; 700 ατόμα; Δεν έχει σημασία. Η νίκη πια δεν αρχίζει από τη Θεσσαλονίκη. Και αυτό ήταν ένα από τα πράγματα για τα οποία ήμουν περίεργος: Οχι πόσοι πάνε πια για να ακούσουν τον Γιώργάκη επειδή πιστεύουν σε αυτόν και στις εξαγγελίες του αλλά κυρίως και κατεξοχήν ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, εξωγήινοι στα μάτια μου, που τον πιστεύουν και τον ακολουθούν. Κι επίσης: Πώς αυτοί οι άνθρωποι, πρώην του παλαιού ΠΑΣΟΚ οι περισσότεροι αλλά και κάποιοι νεόκοποι ΓΑΠικοί, που είχαν εθιστεί στην εξουσία, στη νίκη, θα προσαρμοστούν σε ένα νέο κόμμα το οποίο θα μοχθήσει για να μπει στη Βουλή, αν μπει. Δεν με ενδιέφερε ο ΓΑΠ, με ενδιέφεραν οι ΓΑΠικοί.
Το πρώτο πράγμα που έγινε ολοφάνερο σήμερα είναι πως η ώρα ΚΙΔΗΣΟ είναι χειρότερη από την περίφημη ώρα ΠΑΣΟΚ. Εξι η ώρα ήταν προγραμματισμένη η ομιλία, επτά και τέταρτο περίπου εμφανίστηκε ο ηγέτης, κατ’εμέ ένα ακόμη δείγμα της αναξιοπιστίας του, σιγά μην εμπιστευτώ άνθρωπο που καθυστερεί στα ραντεβού του.
Τουλάχιστον όσο περιμέναμε ακούγαμε ανεβαστική μουσική. Μεσήλικο ροκ, να το πω; Αλλά με μηνύματα. Από την παράταιρη εν μεσω κρίσης σαββοπούλεια αισιοδοξία του «ιστορία γράφουν οι παρέες» μέχρι το «ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό», το «δυνατά-δυνατά, γίνανε όλα δυνατά τ’αδύνατα», το πιάσαμε το υπονοούμενο, και don’t stop των Φλίτγουντ Μακ, που είχαν χρησιμοποιήσει και οι Δημοκρατικοί των ΗΠΑ σε κάποια προεκλογική τους εκστρατεία και το Beautiful day των U2, πόσο ταιριαστό ν’ακούω τον Μπόνο, τον ρόκερ της σαμπάνιας σε μια συγκέντρωση του ΓΑΠ, του σοσιαλιστή της σαμπάνιας.
Είχα αρχίσει όμως να βαριέμαι. Ξυνόμουν. Σκεφτόμουν τι να μαγειρέψω αύριο και πώς να τα πηγαίνει ο ΠΑΟΚ με την Καλλονή και άντε ρε Ιβάν κάνε καμιά μεταγραφή.
Εν μέσω ενός επικού κομματιού, που εντάξει όμως δεν ήταν και Κάρμινα Μπουράνα, έκανε την εμφάνιση του. Επικράτησε ο αναμενόμενος ενθουσιασμός, ένας μάλλον μέτριος πανζουρλισμός, δεν σκίστηκαν δηλαδή τίποτε ρούχα, ούτε είχαμε λιποθυμίες και τέτοια.
Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα και πολλή όρεξη να τον ακούσω. Δεν τρέφω ουδεμία συμπάθεια προς το πρόσωπό του. Οταν κατηγγειλε φίμωση του ΚΙΔΗΣΟ από τα μίντια έσκασα στα γέλια. Οι νεολαίοι, στρατηγικά τοποθετημένοι σε μια γωνιά φώναζαν τα δικά τους «ούτε μέγκα, ούτε αντένα» ή κάτι τέτοιο. Οταν ισχυρίστηκε πως κανείς ισχυρός δεν θα χαϊδέψει το ΚΙΔΗΣΟ, που θα μείνει μακριά από το πελατειακό κατεστημένο, κατουρήθηκα.
Στη συνέχεια ο Γιώργος Παπανδρέου είπε τα γνωστά και πολύ βαρετά και αρκετά εξωφρενικά που λέει τόσο καιρό: σηκώσαμε βάρος που δεν μας άνηκε για την πατρίδα, αν δεν είχαν υπάρξει οι κυβερνήσεις της δεξιάς δεν θα χρειαζόμασταν το μνημόνιο, εμείς δεν παίξαμε την πατρίδα στα ζάρια, δεν θα γίνουμε πατερίτσα κανενός (καρφί στον Κουβέλη) και στεκόμαστε απέναντι στις δεξιές κυβερνήσεις και όσους ταυτίστηκαν μαζί της (καρφί στον Βενιζέλο). Αποκάλεσε συντηρητική Αριστερά τον ΣΥΡΙΖΑ και ξαναμανακήρυξε την επανάσταση του αυτονόητου φέροντας και πάλι ως παράδειγμα την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Ξεμπέρδεψε με τις δικές του ευθύνες λέγοντας πως φταίνε όλοι οι άλλοι και προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού λέγοντας, σε παραλλαγμένη μορφή, το διαβόητο «λεφτά υπάρχουν».
Κάπου εκεί αποφάσισα να φύγω. Κοίταξα μια τελευταία φορά το ακροατήριό του. Ανθρωποι που ρουφούσαν άπληστα τα λόγια του ανθρώπου που μας παρέδωσε στο ΔΝΤ, που κουνούσαν επιδοκιμαστικά και με νόημα το κεφάλι τους ακούγοντάς τον, αναστενάζοντας αχβάχ όταν εξιστορούσε τις προσπάθειές του για τον τόπο που δεν εκτιμήθηκαν, και μονολογούσαν «πέστα, σωστό, έτσι είναι» καθε τρεις και λίγο.
Εντάξει, τώρα θέλω να πιω για να ξεχάσω ό,τι είδα.
Το άρθρο είναι γραμμένο από τους ΠανωςΚ και Μήτσος Γαλατάς (βίντεο και φωτογραφίες)
January 15, 2015 - 1:01 am
Θλίψη. Δε το χωράει το μυαλό μου. Τους αγανακτισμένους απολιτικ που το ‘ριξαν στη ΧΑ τους συγχώρεσα. Αυτούς ποτέ.
Pingback: Βαγγέλης – Γιώργος 1-0 | thess.gr